Ιστορία της πόλης της Θεσσαλονίκης, 1870-1920

Home ] Up ] σχολεία ] εκπαιδευτικοί ] μαθητές-μαθήτριες ] προγράμματα σπουδών ] [ μαρτυρία ] χρονολόγιο ] βιβλιογραφία ]

.

 

 

 

 

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

 

Όνομα : Σάλτας Κωνσταντίνος του Αλεξάνδρου

Επάγγελμα : Συνταξιούχος δικηγόρος, λογοτέχνης-ζωγράφος

Ηλικία : 98 χρόνων

 

Ημερομηνία συνέντευξης : 22/4/2000

 

 

Ερ.: Μπορείτε να μου πείτε τι θυμάστε από τους παλιούς σας δασκάλους όταν πηγαίνατε στο δημοτικό;

Απ.: Τι να σας πω; Οι δάσκαλοι ήταν μείγμα καλοσύνης και αναγώγου. Δηλαδή ήταν χωρίς αγωγή, χωρίς ανατροφή αλλά ήταν καλοί στο βάθος.

Ερ.: Σας κτυπούσαν τότε;

Απ.: Θα σας τα πω με τη σειρά. Ενδιαφέρονταν χωρίς μέθοδο, χωρίς αγωγή, χωρίς συμπεριφορά. Γιατί; Γιατί τους διόριζε η κοινότης. Πρόφτασα την διαπαιδαγώγηση όταν ήμασταν επί Τουρκοκρατίας. Και είχαμε ένα δάσκαλο που λεγότανε Ενιματίδης, Νιματίδης. Αυτή η δουλειά γίνεται στο 10 και επειδή ήμουν πολύ ζωηρό παιδάκι μας πλάκωνε στα χαστούκια και έλεγε: “Τι σας στέλνουν οι γονείς στα σχολεία; Δεν πάτε να γίνεται αραμπατζήδες αλλά μαθαίνετε γράμματα.

Αυτή ήταν η πρώτη αποκαρδίωση, η πρώτη απογοήτευση. Ύστερα είχαμε τον Δήμα, που μας έκανε γυμναστική. Και επειδή ο πατέρας μου μας έντυσε στον Μακεδονικό, εγώ με στολή γνήσια σαρακατσανική προπαγάνδα για τον μακεδονικό αγώνα και μοίραζε φωτογραφίες μέχρι τη Βουλγαρία. Και επειδή ήμουνα μικρός και έκλαιγα στη γυμναστική με κορόιδευε: “ Εσύ είσαι ρε ο μακεδονομάχος”. Ήταν και ο Μπαλτατζής που έλεγε: “ Σάλτα, σάλτα . Από ‘δω ως το γυμνάσιο είναι ένα σάλτο αλλά θέλεις ένα χρόνο για το σάλτο”. Ήμουν έξυπνος αλλά δεν διάβαζα. Επίσης στο μάθημα όταν πρόσεχα ήμουν άσσος. Μια μέρα με σηκώνει η κυρία Αμαλία να επαναλάβω ότι είχε πει για τη Ρεβέκκα. Και πετιέται ένας μαθητής και λέει: “Αυτός δεν ξέρει κυρία, αυτός δεν ξέρει”. Διηγούμαι κατά λέξη όλο το μάθημα της κυρίας Αμαλίας. Κατά λέξη και μου είπε μπράβο.

Οι άλλες εντυπώσεις από το δημοτικό είναι ότι εγώ είχα αρχίσει να απαγγέλλω.

Ερ.: Οι δάσκαλοι σας ενθάρρυναν σε αυτές τις ανησυχίες; Σας άφηναν να ασχολείστε;

Απ.: Χαμπάρι. Αυτό που πρόσεξα αργότερα κατά το 1913-14, μετά την απελευθέρωση, ο πατέρας μου με μάθαινε απαγγελία. Κατά την εορτή στην Αγία Σοφία, κατά την απελευθέρωση, φωνάζω εγώ: “Στην ένωση της Κρήτης”, ποίημα του πατρός μου.

Οι δάσκαλοι πρόσεχαν πολύ στην ορθογραφία. Ο Καραζαφείρης ήθελε τη γραμματική και επειδή εγώ δεν ήξερα τους κανόνες της γραμματικής, αν και με δίδασκε η μακαρίτισσα η αδελφή μου, μου ‘λεγε: “Τι προκοπή θα δώσεις όταν κοπανάς στο “γλώσσα” οξεία;” Με τη βαριά την προφορά της Θεσσαλονίκης. Γιατί το –ως της πρώτης κλίσης είναι μακρό και οξύνεται. Έπρεπε να βάλω περισπωμένη.

Ερ.: Όταν κάνατε λάθη σας κτυπούσανε;

Απ.: Όχι, ο Μπαλατζής ήταν λαμπρός άνθρωπος. Δε χτυπούσε. Ήταν ευγενέστατος αλλά δεν είχε αγωγή. Ο Σακελλαρίου μου τραβούσε κανένα μπάτσο. Επειδή όμως τα σχολεία είχαν κλείσει στον πόλεμο και τα είχαν επιτάξει, ο πατέρας μου για να κάνω σοκάκια με έστειλε στη σχολή Αναλήψεως, εδώ πιο κάτω, ένα παλιό κτίριο κλασσικό. Εκεί πήγαινα το ’14. Ο δάσκαλος με έδινε χαστούκια συχνά εκεί. Εγώ είχα σχέδια 36 ενώ ο δεύτερος στο μάθημα των τεχνικών είχε μόνο 2.

Ας έρθουμε πάλι στους δασκάλους. Ήταν παλιόπαιδα που τελείωναν το γυμνάσιο και τους διόριζε η κοινότητα δασκάλους. Ούτε παιδαγωγική, ούτε τίποτα. Και μας έβαζαν ρήματα β’ συζυγίας ενώ ήμασταν Γ’ και Δ’ δημοτικού. Σε τέτοιο σημείο αμέθοδο έφταναν που έλεγαν: “την άλλη εβδομάδα τα ρήματα απ’ έξω”, και εμείς δεν ξέραμε να μιλήσουμε 7-8 χρονών παιδάκια. Ο Κυρίτσης, ο διευθυντής, είπε στον πατέρα μου: “το παιδάκι είναι μικρό κύριε Σάλτα. Φιλοδοξείς να προοδεύσεις αλλά είναι μικρό το παιδάκι”. Και με κατέβασε στην Γ’ δημοτικού.

Και ήρθε η ώρα για το γυμνάσιο. Δώσαμε εξετάσεις, περνώ στο γυμνάσιο διότι είχα κάνει μάθημα στο μπάρμπα-Σταύρο που με έμαθε τη μετατροπή των ετερωνύμων σε ομώνυμα, των εταιρίων προβλήματα, τα προβλήματα των τριών. Ο πατέρας μου με έδερνε, με κυνηγούσε. “Γράμματα θα μάθεις. Λούστρος θα γίνεις; Γράμματα θα μάθεις”. Και έρχομαι πάλι στους δασκάλους. Ο μπάρμπα-Λάκας διάσημος μαθηματικός αλλά χωρίς μέθοδο, χωρίς συμπεριφορά. Αλλά είχε μια πατρική συμπεριφορά, μέθυσο. Δεν είχα ποιον να μου δείξει μαθηματικά και το καταλάβαινε σαν παιδαγωγός πεπειραμένος. Έβλεπε ότι ήμουν καλός στην άλγεβρα, στα γαλλικά, ήμουν καλός στα ελληνικά, στις γιορτές απήγγειλα ποιήματα. Οι δάσκαλοι έκαναν το σοφό και ήταν τενεκέδες ξεγάνωτοι. Ο μπάρμπα-Λάκας, επί κατοχής δικηγόρος, τετράποδο, βρέθηκε δάσκαλος και μετά στο γυμνάσιο. Τάχα μας δίδασκε και μας κορόιδευε. Και όταν ήρθε ο Τάνος, ο πραγματικός δάσκαλος, σε 3 μαθήματα μας είπε για τη λογική. Ήταν ευγενέστατος, είχε κάνει θεατρική παράσταση στο σχολείο κι εγώ είχα απαγγείλει ένα ποίημα, το “Ανατομία της Αδέδκα”. Κατόπιν ο πατέρας μου επειδή ήθελε να μάθω πολλά γράμματα τα στερήθηκε ο καημένος, “Θα μάθεις γράμματα”. Είπα στον πατέρα μου : “ Στείλε με στη σχολή Καλών Τεχνών που όπως βλέπεις θα γίνω ζωγράφος”. Στο γυμνάσιο είχα δύο καθηγητές, τον Κομποθέκλα και τον Χατζημάρκου μαθηματικό. Ο Χατζημάρκου είχε μία ζωγραφικότητα που προκαλεί το ζωγράφο να ζωγραφίσει. Ο μπαμπάς του αγρότης, είχε λεφτά και τον έστειλε στο πανεπιστήμιο. Αρχίζω να τον σκιτσάρω, και την ώρα που τελειώνω το σκίτσο έρχεται σιγά-σιγά από πίσω και μου κοπανάει δύο σκαμπίλια. Με προφορά βλάχικη μου λέει: “Να φέρεις τον πατέρα σου”. Το λέω στον μπαμπά μου και μου λέει: “Τι έκανες πάλι;”. Πήγε και ρώτησε “Τι έκανε το παιδί;”. Πέρασε η αποβολή, 2 μέρες έκανα μία αντιγραφή, δεν ξέρω πόσες σελίδες γαλλικά και ήμουν υποχρεωμένος να διαβάζω στο Σέιχ-Σου. Ήμουν μαθητής του Κομποθέκλα, καλλιτέχνης και ωραία ψυχή. Μια μέρα με σταματάει στην Παρασκευοπούλου, εκεί που ήταν το γυμνάσιο, το παλιό σχολείο. “Βρε Κώτσο”, μου λέει, “θυμάσαι το επεισόδιο με το Χατζημάρκο;”. “Εσύ ήσουν φερμουάρ” του είπα. “Ποιος με υπολόγιζε εμένα; Τότε εγώ ήμουν ο 8ος τροχός της άμαξας μολονότι καθηγητής με ίδια μισθοδοσία”. “Εγώ ζωγράφιζα και ξύλο έτρωγα”.

Οι Τούρκοι δεν μας εμπόδιζαν. Ο πατέρας μου φορούσε τη ρεμπούπλικα, δε φορούσε φέσι. Δούλευε στον Μπέη Ραχμή για ενάμισυ μήνα . Το αρχοντικό του ήταν στο παλιό Αμερικανικό Κολέγιο, στη Σοφούλη. Οι Μπέηδες είχαν πολιτικά αξιώματα ενώ οι Πασάδες ήταν στρατιωτικοί.

Εμείς καθόμασταν στην ελληνική συνοικία Αγίας Τριάδας. Οι Τούρκοι ήταν στην Άνω Πόλη. Η Θεσσαλονίκη είχε 80.000 Εβραίους, οι περισσότεροι έμποροι. Ο Δήμαρχος της πόλης ήταν ο Οσμάτ Σάιτ.