Η αντιμετώπιση των «εξωπανεπιστημιακών»

του Γιώργου Τσιάκαλου

«Τι άνθρωποι να είναι άραγε αυτοί που κρύβουν τα πρόσωπά τους πίσω από τις κουκούλες;» αναρωτιούνται πολλοί, θεωρώντας ότι η σχετική γνώση μπορεί να συμβάλει στη διαμόρφωση μιας σοβαρής πολιτικής για την αντιμετώπιση των φαινομένων βίας. Η δική μου απορία είναι λίγο διαφορετική: «Πως είναι δυνατόν», σκέφτομαι, «να ξεχνούμε ότι μόλις πριν λίγο καιρό η αστυνομία αφαίρεσε την κουκούλα από έναν απ’ αυτούς και μας βοήθησε, έτσι, να διαπιστώσουμε τον χαρακτήρα που πρέπει να έχουν οι παρεμβάσεις;». Εννοώ, φυσικά, τον 11χρονο, του οποίου η περίπτωση είναι πολύ περισσότερο συμβολική απ’ όσο θέλουν ορισμένοι ν’ αποδεχτούν. Σημειώνω λοιπόν το εντυπωσιακό συμπέρασμα από την «αποκάλυψη» εκείνου του «κουκουλοφόρου»: η συμμετοχή των νέων ανθρώπων σε πράξεις βίας αντιμετωπίζεται μόνον με προσέγγιση των αιτίων που γεννούν τη συγκεκριμένη συμπεριφορά.

Συνεπώς αυτό που προέχει είναι να δηλώσουμε εάν είμαστε πρόθυμοι να αντιμετωπίσουμε όλες τις περιπτώσεις με τον ίδιο τρόπο που θεωρήθηκε κατάλληλος στη, μεμονωμένη, περίπτωση του ανήλικου. Φοβούμαι ότι τέτοια διάθεση δεν υπάρχει από την πλευρά αυτών που κουβαλούν στις πλάτες τους την ευθύνη και έχουν στα χέρια τους τη δύναμη.

Δεν υποτιμώ καθόλου τα πρόσφατα κρούσματα βίας, και ακριβώς γι’ αυτό απαιτώ ορθό λόγο και ευαισθησία απ’ όλους όσους καλούνται να τα διαχειριστούν. Όποιος αρκείται με την τηλεοπτική περιγραφή, την υπογραφή μεγαλόστομων διακηρύξεων καταδίκης και τις άναρθρες κραυγές για επιβολή κατασταλτικών μέτρων, αυτός, όχι μόνον δεν συμβάλλει στην επίλυση των προβλημάτων αλλά γίνεται μέρος του προβλήματος. Χρειάζεται, πρώτα απ’ όλα, να κατανοήσουμε τα φαινόμενα στην διαφορετικότητά τους.

Οι ομάδες των «εξωπανεπιστημιακών», που φαίνεται να προκαλούν ανησυχία είναι πολλές:

Οι χρήστες ναρκωτικών –που μπορεί να είναι τα δικά μας παιδιά- χρειάζονται την επιστημονική συμπαράσταση της πανεπιστημιακής κοινότητας, κι όχι των εκδίωξή τους σε πυλωτές πολυκατοικιών και σε συνοικιακές πλατείες όπου μπορεί να τους βρει ευκολότερα ο θάνατος.

Οι νέοι, που, από έλλειψη κατάλληλων υποδομών στην πόλη, επιχειρούν να στεγάσουν σε εγκαταλειμμένα κτίρια του πανεπιστημίου μια αντίθετη στον καταναλωτισμό κοινωνικότητα, απαιτούν την αποδοχή μας (χωρίς στοιχεία πατερναλισμού), και όχι την κατασυκοφάντησή τους.

Οι άστεγοι που χρησιμοποιούν τα γιαπιά του πανεπιστημίου, οι φτωχοί συνοδοί ασθενών του ΑΧΕΠΑ για τους οποίους δεν υπάρχουν ξενώνες, οι μετανάστες που κινδυνεύουν από τις αστυνομικές «επιχειρήσεις-σκούπα» έχουν δικαίωμα –σύμφωνα με τις παραδόσεις των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων- να χρησιμοποιούν το πανεπιστήμιο ως καταφύγιο, και όχι να θεωρούνται παρείσακτοι.

Όποιος δεν ενδιαφέρεται για τις αναγκαίες διαφοροποιήσεις και εφευρίσκει για όλες αυτές -και άλλες- ομάδες ανθρώπων τον όρο «επικίνδυνα εξωπανεπιστημιακά στοιχεία», ας μην απορεί για το γεγονός ότι μέσα σ’ αυτό το κλίμα ο νεολογισμός «κουκουλοφόρος» αποκτά σάρκα και οστά.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΕΓΝΑΤΙΑ,  27-1-2007.