Ο επιχειρηματικός αποικισμός της εκπαίδευσης

του Γιώργου Τσιάκαλου

Ξαφνιάστηκαν πολλοί αναγνώστες της «Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας» (14 Ιανουαρίου 2007) από την πληροφορία ότι στην αγορά της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της Κύπρου εισέβαλε ο «αμερικανικός κολοσσός Laureate» εξαγοράζοντας το ιδιωτικό Cyprus College”. Η έκπληξη ήταν αποτέλεσμα του γεγονότος ότι εχθροί και φίλοι της αναθεώρησης του άρθρου 16 επιμένουν μέχρι σήμερα να ισχυρίζονται ότι οι ιδιώτες που θα θελήσουν να επενδύσουν στον τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης θα είναι δήθεν αποκλειστικά «μικρομεσαίοι βαλκάνιοι» με μοναδική επιδίωξη την «αρπαχτή». Όμως η άποψη αυτή υποτιμά τις εξελίξεις που δρομολογήθηκαν στο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης ιδιωτικοποίησης των δημόσιων υπηρεσιών και τείνουν να μεταβάλουν ριζικά το τοπίο της εκπαίδευσης σε ολόκληρο τον κόσμο. Από την Τράπεζα Επενδύσεων Merril Lynch εκτιμάται ότι ο όγκος της παγκόσμιας αγοράς υπηρεσιών και προϊόντων εκπαίδευσης ανέρχεται σε 2,2 τρισεκατομμύρια δολάρια. Το εγχείρημα της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης, της οποίας μια πτυχή αποτελεί η αναθεώρηση του άρθρου 16, αφορά στη μεταφορά αυτού του τεράστιου πλούτου από τη δημόσια διαχείριση στον ιδιωτικό τομέακαθώς η αγορά υπόσχεται άμεσο κέρδος.

Για τις ΗΠΑ, π.χ., υπολογίζεται ότι η εκπαίδευση είναι ο δεύτερος σε μέγεθος κλάδος της οικονομίας με τζίρο 750 δισεκατομμυρίων δολαρίων το χρόνο, και από τους οπαδούς του νεοφιλελευθερισμού καταγράφεται «με αγανάκτηση» ότι, ενώ πρόκειται για μια αγορά ίσου μεγέθους με εκείνο της αμερικανικής αυτοκινητοβιομηχανίας, εξακολουθεί να ανήκει σχεδόν πλήρως στο δημόσιο τομέα. Παρόμοια, στους ίδιους κύκλους προκαλεί «αλλεργία» το γεγονός ότι στις χώρες του ΟΟΣΑ 80% των δαπανών για την Παιδεία αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης του δημοσίου. Είναι αυτή η «αγανάκτηση» και αυτή η «αλλεργία» που μετατρέπονται, όπου είναι ώριμες οι πολιτικές συνθήκες, σε επιχείρηση και σε κέρδος, και είναι, από την άλλη μεριά, η γνώση των επιπτώσεών τους αυτή που οδηγεί εκατομμύρια ανθρώπους στην αντίσταση και στην αναζήτηση ενός διαφορετικού κόσμου.

Ας δούμε τις εμπειρίες από τους χώρους και τις χώρες του «υπαρκτού νεοφιλελευθερισμού» που μας βοηθούν να προβλέψουμε τις εξελίξεις και στη δική μας χώρα.

Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια μεγάλες επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται σε ιδιωτικά και δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα αναλαμβάνοντας πολλές δραστηριότητές τουςόχι μόνον την καθαριότητα και τη φύλαξη, αλλά και τη διοίκηση, την αξιολόγηση, τα αναλυτικά προγράμματα, την πρόσληψη και απόλυση του προσωπικού. Εταιρείες όπως οι Nobel Education Dynamics Inc., Edison Schools, η «οικογενειακή» Sabis και η Laureate (η οποία προσάρτησε πρόσφατα στο δυναμικό της και το μεγαλύτερο ιδιωτικό πανεπιστήμιο της Τουρκίας) είναι πράγματι οικονομικοί κολοσσοί με επεκτατικές διαθέσεις, οι οποίοι δεν καταφρονούν καθόλου τις «μικρές αγορές».

Η εισβολή του ιδιωτικού τομέα γίνεται με τρόπους που μας επιτρέπουν να μιλούμε για έναν «επιχειρηματικό αποικισμό της εκπαίδευσης». Αυτό σημαίνει ότι, όπως τα ισχυρά καπιταλιστικά κράτη εισβάλλουν σε άλλες χώρες και τις υποτάσσουν για να κερδίσουν αγορές, έτσι και οι ιδιωτικές επιχειρήσεις της εποχής του νεοφιλελευθερισμού εισβάλλουν στην εκπαίδευση και την υποτάσσουν για να τη μετατρέψουν σε αγορά. Σε ολόκληρο τον κόσμο ο αριθμός των μαθητών που φοιτούν σε ιδρύματα τέτοιων επιχειρήσεων αυξάνεται καθημερινά με γρήγορους ρυθμούς. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα σχολεία των Edison Schools φοιτούν σήμερα 285.000 μαθητές, σε χώρες όπως η Βραζιλία, οι Ινδίες, η Κολομβία, η Ινδονησία, η Κορέα και οι Φιλιππίνες το ποσοστό των φοιτητών στα ιδιωτικά ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης κυμαίνεται ήδη σε ποσοστά μεταξύ 60 και 85%, ενώ στα πανεπιστήμια της Laureate φοιτούν περισσότεροι από 240.000 φοιτητές σε δεκαπέντε χώρες.

«Αποτελεί όμως αυτό κάτι το κακό;» αναρωτιούνται αφελώς ή υποκριτικά κάποιοι θιασώτες της ιδιωτικοποίησης. Η απάντηση είναι απλή: Όπου επιβάλλεται αυτό το μοντέλο εκπαίδευσης διαπιστώνουμε μεταφορά του πλούτου από τα κάτω προς τα επάνω, δραματική μείωση του αριθμού των φτωχών νέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, και κατακόρυφη αύξηση των οικογενειακών δαπανών για την Παιδεία στα μεσαία κοινωνικά στρώματα. Με αυτό το δεδομένο η απάντηση στην ερώτηση «αν αυτό είναι κακό» δεν χαρακτηρίζει το φαινόμενο στο οποίο αναφέρεται, αλλά τον άνθρωπο που απαντάει.