Προς μία Γενική Υπολογιστική Θεωρία της Μουσικής Δομής

 

Περίληψη

Η Γενική Υπολογιστική Θεωρία της Μουσικής Δομής (General Computational Theory of Musical Structure - GCTMS) είναι μία θεωρία που μπορεί να χρησιμομοιηθεί για τον καθορισμό μίας ή περισσοτέρων δομικών περιγραφών ενός μουσικού έργου.  Αυτή η θεωρία στηρίζεται σε γενικές γνωστικές και λογικές αρχές και είναι ανεξάρτητη από συγκεκριμένα μουσικά στυλ και ιδιώματα.

Το μουσικό έργο δίδεται στην GCTMS υπό την μορφή μίας αλληλουχίας διακριτών στοιχειωδών γεγονότων σε συμβολική μορφή (π.χ. μουσικών νοτών) χωρίς περαιτέρω αναλυτικά μακροδομικά στοιχεία (π.χ. συνδέσεις προσωδίας, μέτρο κ.λ.π.) - παρ'ότι τέτοια στοιχεία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να καθοδηγήσουν την αναλυτική  διαδικασία.

Ο σκοπός της εφαρμογής της θεωρίας είναι η επίτευξη μιάς δομικής περιγραφής ενός μουσικού έργου που μπορεί να θεωρηθεί 'ευλογοφανής' ή 'αποδεκτή' απο έναν μουσικολόγο ειδικευμένο στην μουσική ανάλυση. Καθόσον γνώση σχετική με συγκεκριμένα μουσικά στυλ δεν εμπεριέχεται στην εν λόγω γενική θεωρία, δεν αναμένεται επίτευξη τόσο εκλεπτυσμένων και πλούσιων αναλύσεων όσο μπορεί να προσφέρει ένας ειδικός μουσικολόγος/αναλυτής. Παρ'όλα αυτά η θεωρία δίνει υψηλότερη προτεραιότητα σε δομικές περιγραφές που θεωρούνται πιο 'λογικές' ή 'αποδεκτές' από ένα μουσικολόγο και χαμηλότερη σε περιγραφές που είναι λιγότερο ευλογοφανείς.

Οι αναλυτικές περιγραφές που δίνει η GCTMS σχετίζονται και μπορούν να συγκριθούν με την διαισθητική 'κατανόηση' που αποκτά ένας ακροατής όταν ακούσει ένα μουσικό έργο πολλές φορές. Παρ'ότι η θεωρία δεν επιχειρεί να προσωμοιάσει τις ακριβείς διεργασίες που λαμβάνουν χώρα μέσα στον ανθρώπινο νου, προσφέρει εντούτοις στοιχεία και ενδείξεις για τις ενδογενείς απαιτήσεις και ιδιαιτερότητες που παρουσιάζει η πραγματοποίηση μουσικών αναλυτικών διεργασιών. Υπό αυτή την έννοια τα αποτελέσματα που προσφέρει μπορούν να αξιολογηθούν αναφορικά με την γνωστική τους εγκυρότητα.

Η προτεινόμενη θεωρία συμπεριλαμβάνει δύο διακριτές μα στενά συνδεδεμένες φάσεις ανάπτυξης: α) την ανάπτυξη συγκεκριμένων αυτόνομων υπομονάδων οι οποίες ειδικεύονται σε επιμέρους αναλυτικές διαδικασίες, και β) την ανάπτυξη μιάς λεπτομερούς περιγραφής για το πώς αυτές οι συγκεκριμένες υπομονάδες σχετίζονται και αλληλεπιδρούν μεταξύ τους έτσι ώστε να μπορούν παράγουν αποδεκτές δομικές περιγραφές ενός μουσικού έργου.

Η παρούσα θεωρία εχει αποτελέσει το υπόβαθρο γιά την ανάπτυξη ενός πρότυπου συστήματος μουσικής ανάλυσης εφαρμοσμένο σε ηλεκτρονικό υπολογιστή. Αυτό το πρότυπο υπολογιστικό σύστημα έχει χρησιμοποιηθεί για την ανάλυση διαφόρων μελωδιών από ποικίλα μουσικά ιδιώματα έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η αξιολόγηση της προτεινόμενης θεωρίας.