A'  ΒΙΒΛΙΑ

Ο γενικός προσανατολισμός του βιβλίου αυτού είναι παιδοκεντρικός, μέσα όμως στα πλαίσια της συνεργατικότητας εκπαιδευτικού-μαθητών. Εκείνο που υπογραμμίζεται ιδιαίτερα είναι η αντιμετώπιση της διδασκαλίας ως συλλογικής προσπάθειας, η οποία στοχεύει στην προώθηση της μάθησης. Το  γεγονός  ότι ο  μαθητής  θεωρείται ως  ο κύριος συντελεστής της μάθησης και παράλληλα η σπουδαιότητα που  αποδίδεται  στη  συνεργατικότητα εκπαιδευτικού-μαθητών και στη δυναμική της σχολικής τάξης ως κοινωνικής ομάδας, αποτελούν  τις θεμελιώδεις αφετηρίες και τα ασφαλή κριτήρια αντιμετώπισης των επί μέρους προβλημάτων της Διδακτικής.

 

Εκείνο που ελάχιστα έχει προσεχθεί είναι ο ουσιαστικός συσχετισμός της σκέψης και της δράσης των Πατέρων με τα προβλήματα και τις ιδιαιτερότητες της σύγχρονης Χριστιανικής Αγωγής είτε αυτή αφορά την Ενοριακή Κατήχηση είτε το Σχολικό Θρησκευτικό Μάθημα. Κατά κοινή αποδοχή ένα από τα βασικότερα πατερικά κείμενα που προσφέρονται για το συσχετισμό αυτό είναι οι Κατηχήσεις του αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων.  Με την παρούσα μελέτη επιχειρείται μια συστηματική ψυχοπαιδαγωγική προσέγγιση των κατηχήσεων αυτών, μέσα όμως στα πλαίσια της εποχής που εκφωνήθηκαν, με σκοπό την υπόδειξη τρόπων και μορφών πραγματικής αξιοποίησης τους στο σύγχρονο μεταβαλλόμενο κόσμο, έτσι ώστε πατερική παράδοση και παρούσα εμπειρία να βρίσκονται σε λειτουργική σχέση μέσα στο χώρο της Χριστιανικής Αγωγής.

 

Η παρούσα μελέτη έχει ως τελικό στόχο να προτείνει τις βασικές κα-τευθύνσεις και αρχές διαμόρφωσης ενός νέου περιεχομένου του ΜΘ στη Μέση Εκπαίδευση με κριτήριο το μαθητή. Η πρόταση αυτή είναι ο καρπός τεκμηριωμένης ανάλυσης, ψυχοπαιδαγωγικής και θεολογικής, της αρχής ότι ο μαθητής πρέπει να αποτελεί βασικό κριτήριο επιλογής και οργάνω-σης της προς μάθηση ύλης. Επιχειρείται δηλ. να καταδειχθεί ότι δεν είναι δυνατόν να έχουμε δικαίωση του περιεχομένου του ΜΘ, λόγω και της ιδιαίτερης φύσης του, αν ένα από τα κύρια κριτήρια επιλογής του δεν αποτελούν τα διαφέροντα, οι εμπειρίες και οι γνωστικές δυνατότητες του υποκειμένου της αγωγής.

Η παρούσα μελέτη αποσκοπεί στο να αναλύσει συστηματικά και με κριτικό πνεύμα τις έννοιες «προσωπική αυτονομία» και «θρησκευ-τική αγωγή», καθώς και τις μεταξύ τους δυνατές σχέσεις, τόσο στο σχολείο όσο και στην οικογένεια. Παράλληλα προτείνει μια μο-ρφή θρησκευτικής αγωγή, η οποία όχι μόνο δεν έρχεται σε αντίθεση με την ορθά νοούμενη προσωπική αυτονομία του παιδιού, αλλά αντί-θετα την προϋποθέτει και συμβάλλει σημαντικά στην περαιτέρω ανάπτυξη της.

 

Κατά τη διδακτική διαδικασία η ξηρά λογοκοπία και ο αφηρημένος βερμπαλισμός δημιουργεί κλίμα παθητικότητας και προκαλεί τη δυσφορία των μαθητών. Στις μέρες μας η δυσάρεστη αυτή κατάσταση επιτείνεται γιατί ο σημερινός μαθητής στον εκτός σχολείου χώρο προσλαμβάνει ένα πλήθος πληροφοριών και γνώσεων κατά ένα οπτικοακουστικό τρόπο (π.χ. τηλεόραση, διαδίκτυο), οι οποίες του προκαλούν το ενδιαφέρον με τον ελκυστικό τρόπο που του προσφέρονται. Η παρούσα μελέτη   επιχειρεί αφενός μεν μία θεωρητική ανάπτυξη της φύσης και των γνωρισμάτων της διδακτικής αρχής της εποπτείας, αφετέρου δε την παρουσίαση κατά κριτικό τρόπο των σημαντικότερων γνωστών κλασσικών εποπτικών μέσων που μπορούν εύκολα να χρησιμοποιηθούν στο σχολείο κατά τη διδακτική διαδικασία

 

'Οπως είναι γνωστό, το θέμα των προσωπικών σχέσεων βρίσκεται στο επίκεντρο της παιδαγωγικής επιστήμης, η οποία τις θεωρεί ως καθοριστικό παράγοντα για την αποτελεσματικότητα του έργου της αγωγής. Η παρούσα εμπειρική μελέτη αποσκοπεί στο να διερευνήσει τις υπάρχουσες κατά τη διάρκεια της έρευνας σχέσεις εκπαιδευτικού - μαθητών Λυκείου στη σχολική τάξη. Τα αποτελέσματα της έρευνας αποκαλύπτουν το είδος και την ποιότητα των διαπροσωπικών σχέσεων όπως τις αντιλαμβάνονται από το ένα μέρος οι μαθητές και από το άλλο οι Θεολόγοι Καθηγητές.

 

 

Στις μέρες μας γίνεται όλο και περισσότερο λόγος για τη θέση και σκοπιμότητα του μαθήματος των θρησκευτικών στη Μέση Εκπαίδευση. Γι' αυτό το λόγο πολύ συχνά συντάσσονται νέα αναλυτικά προγράμματα, εκδίδονται τα αντίστοιχα προς αυτά εγχειρίδια και προτείνονται σύγχρονοι τρόποι διδασκαλίας του μαθήματος. Υπάρχει όμως μια πλευρά του θέματος, που δεν έχει διερευνηθεί, ιδιαίτερα στον ορθόδοξο χώρο. Η πλευρά αυτή συγκεντρώνει τις επικρίσεις εκείνων που αμφισβητούν τη θέση των θρησκευτικών στο σχολικό χώρο. Πρόκειται για το αν και κατά πόσο η διδασκαλία του μαθήματος αυτού είναι δυνατόν να συμβιβαστεί με την ελευθερία της σκέψης του μαθητή η οποία, όπως είναι γνωστό, προσδιορίζει σε μεγάλο βαθμό το χαρακτήρα της σχολικής αγωγής και μάθησης. Με την παρούσα διατριβή επιχειρείται μια συστηματική διερεύνηση αυτού του ζητήματος κυρίως από πλευράς ψυχολογικής και παιδαγωγικής.

 

Η αγωγή ως εφαρμοσμένη ανθρωπολογία είναι στενά δεμένη με την ολική αντίληψη της ανθρώπινης φύσης και συμβάλλει αποφασιστικά στην ολοκλήρωση του ανθρώπου. Δικαιολογημένα λοιπόν η παιδεία θεωρείται ως ένα από τα ουσιώδη χαρακτηριστικά μιας αναπτυγμένης και πολιτισμένης κοινωνίας. Το περιεχόμενο του τόμου αυτού αναφέρεται στην αγωγή γενικά, το σχολικό θρησκευτικό μάθημα και την αγωγή στην οικογένεια. Όλα τα επί μέρους θέματα αντιμετωπίζονται υπό το φως της πολυπολιτισμικής σύνθεσης της ελληνικής κοινωνίας, του θεμελιώδους σκοπού της παιδείας που είναι η διάπλαση ελεύθερων και υπεύθυνων πολιτών, και των βασικών αρχών της χριστιανικής ανθρωπολογίας.

 

Β' ΒΙΒΛΙΑ ΣΤΗ ΣΕΙΡΑ : "ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ"

 

Η μειωμένη ανταπόκριση του μαθήματος των Θρησκευτικών στα κοινωνικά και πολιτισμικά δεδομένα της σύγχρονης κοινωνίας και ο βαθμός απόκλισης της κοινωνίας μας από τη χριστιανική ζωή είχαν σαν συνέπεια τη μείωση του ενδιαφέροντος των μαθητών για το μάθημα των Θρησκευτικών, με αποτέλεσμα την υποβάθμιση του. Το βιβλίο αυτό επιδιώκει να προτείνει τρόπους εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης του μαθήματος Θρησκευτικών με την εφαρμογή της διαθεματικότητας και τη σύνδεση των χριστιανικών εννοιών με άλλα σχολικά μαθήματα. Η διαθεματικότητα αποτελεί μια αυθεντική προσέγγιση της γνώσης, επειδή σχετίζεται με τις απαιτήσεις της κοινωνίας, τις ανάγκες των μαθητών και την καθημερινή τους ζωή. Επιπλέον ενεργοποιεί το ενδιαφέρον των μαθητών και αναδεικνύει τη χρηστικότητα της ύλης που διδάσκεται. Με τη διαθεματικότητα δίνεται η δυνατότητα στο μάθημα των Θρησκευτικών να γίνει πιο ενδιαφέρον και ευχάριστο, να αναγνωριστεί η επιρροή της Θρησκείας στα κοινωνικά, πολιτιστικά και πολιτισμικά δρώμενα της καθημερινής ζωής και να ισχυροποιηθούν τα αποτελέσματα της θρησκευτικής αγωγής στο σχολείο.

 

Στη σημερινή κοινωνία, η οποία χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία των σύγχρονων τεχνολογικών μέσων, οι υπολογιστές, με τις νέες δυνατότητες που προσφέρουν, έχουν αναδειχθεί ως το κυριότερο σημείο αναφοράς των περισσότερων λειτουργιών του τεχνολογικά εξελιγμένου κόσμου. Η διεύρυνση της άμεσης επικοινωνίας μέσω του παγκόσμιου ιστού δημιούργησε μια νέα πραγματικότητα, διευκόλυνε την προσέγγιση των κοινωνιών και των λαών πέρα από χρώμα, θρησκεία, φύλο και έθεσε τις βάσεις, αφενός της κατανόησης του «άλλου», αφετέρου του σεβασμού προς το πρόσωπο, τον πολιτισμό και τα ανθρώπινα δικαιώματα του. Τα ζητήματα που αναπτύσσονται σ' αυτόν τον τόμο έχουν ως κεντρικό άξονα τα νέα δεδομένα, με ιδιαίτερη αναφορά στο δυναμικό ρόλο της θρησκευτικής αγωγής σ' αυτά.

 

Η εικόνα που παρουσιάζει η διαπροσωπική επικοινωνία στις μέρες μας αποτιμάται μάλλον ως καχεκτική. Η καθημερινή εμπειρία του μαρασμού αυτού δημιουργεί - όχι σπάνια - μια ψευδαίσθηση επικοινωνίας. Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο και η παιδαγωγική πράξη συχνά δυσχεραίνεται από την προβληματική ανθρώπινη επικοινωνία. Η παρούσα μελέτη ψαύει την «εικόνα» του Χριστού ως παιδαγωγού-επικοινωνού μέσα στα τέσσερα κανονικά ευαγγέλια, για να ανακαλύψει το δικό του τρόπο επικοινωνίας με τους ανθρώπους της εποχής του και να τον προτείνει ως εναλλακτικό πρότυπο στο σύγχρονο χριστιανό παιδαγωγό. Στόχος της προσπάθειας αυτής είναι η ελάχιστη συμβολή στο σμίλευμα μιας αυθεντικής επικοινωνίας, που θα βάλει το θεμέλιο λίθο στην οικοδόμηση μιας κοινωνίας, η οποία θα φέρνει πραγματικά κοντά και θα ενώνει τους ανθρώπους

Η παρουσίαση μιας διδακτικής ενότητας στο μάθημα των Θρησκευτικών μέσω εκπαιδευτικού λογισμικού πολυμέσων προσφέρει καινοτόμους τρόπους για την παρουσίαση της προς μάθηση ύλης με ένα τρόπο πιο ελκυστικό, εντυπωσιακό, άμεσο, ξεκούραστο και κατανοητό. Ταυτόχρονα βελτιώνει την αποτελεσματικότητα της μάθησης με την ενεργοποίηση του μαθητή αφού παρέχει σ' αυτόν τη δυνατότητα να συμμετέχει ενεργά στη διδακτική διαδικασία χρησιμοποιώντας τον Η/Υ ως εργαλείο για έρευνα και συλλογή πληροφοριών, έκφραση και καλλιέργεια του γραπτού λόγου, εξάσκηση και ενίσχυση, ανάπτυξη νοητικών διεργασιών και αλλαγή στάσης στον τρόπο κατάκτησης της γνώσης. Η χρήση εξελιγμένων και σύγχρονων μεθόδων και μέσων διδασκαλίας, όπως το προτεινόμενο εκπαιδευτικό λογισμικό, μπορεί να συμβάλλει σημαντικά ώστε το μάθημα των Θρησκευτικών να κατακτήσει δυναμικά τη θέση που του αρμόζει στη σύγχρονη τεχνοκρατική κοινωνία.

   Το ελληνικό σχολείο, παρά τις μεταρρυθμίσεις που επήλθαν και τις νέες μεθοδολογίες που εισήχθησαν, παραμένει σε μεγάλο βαθμό συντηρητικό. Οι διδακτικές μεθοδολογίες της βιωματικής προσέγγισης, της διαθεματικότητας, των σχεδίων εργασίας αν και προβλέπονται δεν έχουν υιοθετηθεί από το σημερινό Δημοτικό σχολείο, παρά σε ελάχιστο βαθμό. Η βιωματική προσέγγιση της μάθησης αποτελεί μία μεθοδολογία που απελευθερώνει την ικανότητα προσωπικής δημιουργίας και δημιουργεί δυνατότητες αυτενέργειας και κριτικής σκέψης στο μαθητή. Βασικό στοιχείο της είναι η ένταξη βιωματικών καταστάσεων στη σχολι­κή ζωή και η μετάλλαξη τους σε επικοινωνιακές δραστηριότητες. Η εφαρμογή της βιωματικής μεθόδου στη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών του Δημοτικού Σχολείου προβάλλει ως μία πρόταση για την αναβάθμιση του μαθήματος, αφού θα προσδώσει έντονο ενδιαφέρον τόσο στο περιεχόμενο όσο και στη μεθοδολογική προσέγγιση των θρησκευτικών εννοιών. Στην παρούσα μελέτη επιχειρείται η σύνδεση των βασικών θρησκευτικών εννοιών του μαθήματος Θρησκευτικών του Δημοτικού Σχολείου με τα βιώματα των μαθητών, ώστε να γίνει το μάθημα πιο ενδιαφέρον, πιο ευχάριστο, πιο χρηστικό και περισσότερο ελκυστικό.

Η κριτική που κατά καιρούς ασκείται και οι αμφισβητήσεις που διατυπώνονται για την παρεχόμενη θρησκευτική αγωγή στη Δημόσια Εκπαίδευση, κυρίως διά μέσου του μαθήματος των Θρησκευτικών, επικεντρώνονται στο περιεχόμενο και τους σκοπούς, καθώς και στη μεθοδολογία διδασκαλίας που ακολουθείται. Ως βασικό επιχείρημα προβάλλεται ότι η αγωγή αυτή παραβιάζει τη θρησκευτική ελευθερία και την ελευθερία της σκέψης των μαθητών.
Το βιβλίο αυτό έχει ως στόχο να αποδείξει ότι οι αιτιάσεις αυτές προέρχονται, στην καλύτερη περίπτωση, από άγνοια ή σύγχυση της φύσης του μαθήματος και του σκοπού του. Επιχει­ρεί δηλαδή να καταδείξει ότι η επιτυχής διδασκαλία του μαθή­ματος εξαρτάται αποφασιστικά από τη βαθιά γνώση και αξιο­ποίηση δύο βασικών συντελεστών σε συνδυασμό. Πρώτον, των προϋποθέσεων της διδασκαλίας και των μεταξύ τους αλληλοσυ-σχετίσεων. Δεύτερον, των θεμελιωδών αρχών της διαδικασίας διδασκαλίας-μάθησης, με βάση τις οποίες θα πρέπει να διαρθρώνεται η όλη διδακτική προσπάθεια και στα τρία της επίπεδα, ήτοι το σχεδιασμό, τη διεξαγωγή και την αξιολόγηση.
 

Σε ένα περιβάλλον συνεχούς και συστηματικής εξ αποστάσεως επιμόρφωσης, ευνοείται η υιοθέτηση διδακτικών μεθόδων και τεχνικών που ισχυροποιούν την επικοινωνία και την αλληλεπίδραση. Η ενίσχυση της ενεργητικής μάθησης μέσω της επίλυσης πραγματικών προβλημάτων, η ανάπτυξη στρατηγικών ανακάλυψης της γνώσης, η υποστήριξη διαδικασιών επικοινωνίας και συνεργασίας στα πλαίσια ομάδων εργασίας, καθιστούν την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών ουσιαστικό και καθοριστικό παράγοντα εξασφάλισης της προσωπικής ανάπτυξης και της επαγγελματικής τους εξέλιξης.

Η εμφάνιση νέων μορφών εκπαίδευσης και κατάρτισης, η παγκόσμια έκρηξη του διαδικτύου, η μαζική χρήση γρήγορων και ισχυρών προσωπικών υπολογιστών, ενισχύουν σημαντικά τη δημιουργία μιας παγκόσμιας κοινότητας μάθησης, καθιστώντας την επιμόρφωση ένα αναπόσπαστο τμήμα της διεργασίας της ζωής και όχι ένα απομονωμένο φάσμα ειδικών, δραστηριοτήτων διδασκαλίας και μελέτης.